Πριν από 25 χρόνια ο Θανάσης Γρυπιώτης παρέλαβε από τον πατέρα του, που είχε κληρονομήσει από τον πεθερό του, Γιώργο Σκλάβο, ένα μικρό χωράφι με δαμασκηνιές στην Αγία Παρασκευή Σκοπέλου. Ήταν δεν ήταν έξι στρέμματα με τυχαίες φυτεύσεις, μη γραμμικές. Το επώνυμο «Σκλάβος» ουσιαστικά ήταν παρατσούκλι, ο παππούς του παππού του είχε πηδήξει από μια βάρκα στην παραλία Έλιος για να ξεφύγει από τους Τούρκους. Αν και η καλλιέργεια δαμάσκηνου μέχρι το 1960 ήταν μία από τις κύριες πηγές εισοδήματος του νησιού, την περίοδο μετά τη χούντα οι δαμασκηνιές άρχισαν να εγκαταλείπονται και οι ντόπιοι στρέφονταν προς τον τουρισμό. Αυτή η στροφή πονούσε τον Θανάση, ο οποίος είχε πάντα τον νου του στη γεωργία.
Με πείσμα και πολύ μεράκι αποφάσισε να συνεχίσει την οικογενειακή παράδοση και να αναδείξει ένα από τα σημαντικότερα προϊόντα του νησιού. Σήμερα, έχει κατορθώσει να καλλιεργεί συνολικά 40 βιολογικά στρέμματα με 3.000 δέντρα, να παράγει 30 τόνους και να εξάγει αποξηραμένα δαμάσκηνα σε όλο τον κόσμο, δεχόμενος μαζικές παραγγελίες από Αγγλία, Ολλανδία, Γερμανία και Αμερική. Μάλιστα, έχει δημιουργήσει και ένα επισκέψιμο κτήμα περίπου 10 στρεμμάτων στον Καλόγηρο. Μέσα καλοκαιριού, περπατάμε ανάμεσα στις δαμασκηνιές, είναι καταπράσινες και φορτωμένες καρπούς. Η συγκομιδή τους, όπως μου εξηγεί, ξεκινάει σταδιακά τον Αύγουστο. Παρατηρώ τα δέντρα, μοιάζουν ίδια αλλά έχουν διαφορές.
Τρεις βασικές ποικιλίες
«Μέχρι το 1900 στο νησί καλλιεργούνταν βασικά τα ξινά δαμάσκηνα, τα λεγόμενα αγιορείτικα. Σύμφωνα με τη διατριβή επί πτυχίω του Δημήτρη Κατσικόγιαννη, που εκπονήθηκε το 1953, ένας Σκοπελίτης αξιωματικός του πεζικού, τέλη της δεκαετίας του 1900, υπηρετούσε στη Λαμία. Εκεί είδε ότι καλλιεργούσαν δαμασκηνιές από την πόλη Αζέν της Γαλλίας. Ήταν πιο γλυκές από τις δικές μας, άρα και πιο εμπορικές. Ο Βαλσαμάκης εξασφάλισε μετά κόπων εμβόλια, διότι ο Λαμιώτης κτηματίας αρνιόταν του τα δώσει, και τα έστειλε στο νησί», αφηγείται ο Θανάσης με φόντο τις παραδοσιακές πέτρινες εγκαταστάσεις του κτήματος. Πράγματι, οι ξινές μπολιάστηκαν με τα εμβόλια από το Αζέν, όμως στην τριετία σταμάτησαν να καρποφορούνε.
«Άλλαξε το DNA τους, από αυτογόνιμα έγιναν αυτόστειρα. Με άλλα λόγια χρειάζονταν δίπλα τους μια αρσενική ποικιλία», εξηγεί και συνεχίζει λέγοντας πως «για αυτό στο κτήμα ανά έξι δέντρα έχουμε μια ξινή και μια αυγάτη». Συνολικά, υπάρχουν 10 ποικιλίες δαμάσκηνου στο νησί. Οι τρεις κύριες είναι η ξινή, δηλαδή η πρωταρχική ποικιλία που την έλεγαν και αγιορείτικη, η ποικιλία Σκοπέλου, αυτή που προήλθε από το μπόλιασμα της αγιορείτικης και της Αζέν, και η αυγάτη, μια γλυκιά ποικιλία που βαστάει από το Ασβεστοχώρι Θεσσαλονίκης. Σύμφωνα με τον Θανάση, οι διαφορές τους εντοπίζονται στη γεύση, στο χρώμα και στο μέγεθος. Πιο μεγάλα δαμάσκηνα παράγει η Σκοπελίτικη ποικιλία, ενώ η αυγάτη είναι κίτρινη και χρησιμοποιείται για την παραγωγή γλυκών του κουταλιού και μαρμελάδων.
H τελετουργία της αποξήρανσης
«Παλιότερα, μάζευαν τα μαύρα δαμάσκηνα, τα έβαζαν σε τελάρα φτιαγμένα από καλάμια, διαστάσεων ένα μέτρο επί μισό, και τα άφηναν στον ήλιο 3-4 ημέρες. Έπειτα, τα φούρνιζαν 6-7 ώρες σχεδόν στους 90 βαθμούς, τα έβγαζαν έξω να κρυώσουν, τους έκαναν μασάζ για να ανοίξουν, τα γύριζαν από την άλλη και τα φούρνιζαν ξανά. Επειδή δεν είχαν πάντα τα απαραίτητα εργαλεία, καμιά φορά είτε έκαιγαν τη φλούδα τους είτε χαλούσε η σάρκα τους», λέει ο Θανάσης, ο οποίος με πληροφορεί πως τα ξινά είχαν διαφορετική διαδικασία αποξήρανσης. «Τα ξινά επειδή ήταν πιο χοντρόπετσα τα έβραζαν πρώτα για δυο-τρία λεπτά ώστε να σπάσει η φλούδα τους».
Ο ίδιος, μετά από σχεδόν πέντε δεκαετίες εμπειρίας, αφού από μικρό παιδί πήγαινε με τον παππού του στο κτήμα, έχει διατηρήσει τα μυστικά της αποξήρανσης και τα έχει εφαρμόσει στις σύγχρονες εγκαταστάσεις του. Τοποθετεί κατά μεγέθη τα δαμάσκηνα στα ξύλινα τελάρα κι ύστερα τα οδηγεί στο ξηραντήριο, ελέγχοντας τη θερμοκρασία και προστατεύοντας τα φρούτα από τη σκόνη, τον αέρα και τα έντομα. Έτσι, μπορεί να εξασφαλίσει την ποιότητα του αποξηραμένου φρούτου, ελπίζοντας ότι σύντομα θα γίνει Π.Ο.Π. Μου περιγράφει ότι το κτήμα, σε υψόμετρο διακοσίων μέτρων και μόλις μισό χιλιόμετρο από τη θάλασσα, βρίσκεται στην ιδανική τοποθεσία για τα δαμάσκηνα. «Ο προσανατολισμός είναι ανατολικός, άρα το κτήμα αερίζεται καλά, η αύρα της θάλασσας αποδεικνύεται ευεργετική και το χώμα είναι αργιλώδες, πλούσιο σε ιχνοστοιχεία».
Την ώρα του σούρουπου, καθόμαστε στο πέτρινο πρεβάζι, πίνουμε τσίπουρο από τις φλούδες των δαμάσκηνων και χαζεύουμε στο βάθος την Αλόννησο. Μας μιλάει και για τις άλλες, τις άγνωστες ποικιλίες, όπως τα «πατατάκια», και μας υμνεί τη μητέρα του Ελένη, 82 χρονών, η οποία εξακολουθεί να τον βοηθά στην ταβέρνα «Πλάτανος» που διατηρεί στο κέντρο της Χώρας. Από εκείνη έμαθε ποιο δαμάσκηνο ταιριάζει με ποιο φαγητό. Για παράδειγμα, στα κατσικάκια βάζουνε γλυκό δαμάσκηνο ενώ στον ροφό στιφάδο και στις φακές προτιμούνε τα ξινά. «Στο τέλος της συγκομιδής φτιάχνουμε και δαμασκηνόπιτα», λέει χαμογελαστός, αφήνοντας ανοιχτή πρόσκληση για να ανταμώσουμε ξανά. Εις το επανιδείν!
Info:
Κτήμα Γρυπιώτη, Καλόγηρος Σκοπέλου, Τ/+30 69474-02221. Ενδεικτικά, τα προϊόντα του κτήματος Γρυπιώτη τα βρίσκουμε στην Αθήνα στα ξηροκαρπάδικα «Γεωργούση» & «Ματσούκα» και στη Θεσσαλονίκη στa καταστήματα «Olicatessen» και «GreenHousebio».