Όταν τέσσερις Ιταλίδες αποφασίζουν να μαγειρέψουν μαζί, είναι γιορτή. Στο διαμέρισμα της Ρωμαίας Λουιζιάνα στο Παγκράτι μαζεύτηκαν τρεις ακόμη φίλες της –η επίσης Ρωμαία Σερένα, η Ναπολιτάνα Λίλη και η Μαρία από την Κατάνια της Σικελίας– και μαζί βάλθηκαν να μας δείξουν πώς φτιάχνονται μερικά από τα ωραιότερα ιταλικά γλυκά της άνοιξης. Όσο τα παιδιά τους έπαιζαν με μπαλόνια, λούτρινα και σφυρίχτρες φρου φρου (απομεινάρια του χθεσινού πάρτι) στο σαλόνι, η παρέα μπήκε στη μικρή, χαριτωμένη κουζίνα και σήκωσε τα μανίκια. Το ραδιοφωνάκι έπαιζε μουσική, τα παλιά συνταγογραφικά τεφτέρια των μανάδων τους άνοιξαν στο τραπέζι και από τα εσπρεσάκια δεν αργήσαμε να περάσουμε στα λιμοντσέλο, σερβιρισμένα σε παγωμένα σφηνοπότηρα (πάντα η Λουιζιάνα τα φυλάει στην κατάψυξη για ώρα ανάγκης).
Ανάμεσα σε γέλια και τσουγκρίσματα γνωρίσαμε τις, Αθηναίες πια, Ιταλίδες και μάθαμε να φτιάχνουμε ναπολιτάνικο μιλιάτσιο με σιμιγδάλι, ρικότα και φλούδες λεμονιού, ένα αμυγδαλένιο και ελαφρύ κέικ από το Κάπρι, αλλά και μια ευφάνταστη και εύκολη παραλλαγή του λατρεμένου τιραμισού με τις βασίλισσες της εποχής: ζουμερές φράουλες ποτισμένες με λιμοντσέλο. «Θα πιούμε καφεδάκι;» λέει η Λουιζιάνα με το που μπαίνουμε στο σπίτι της. Η «μακινέτα»,
το μπρίκι του εσπρέσο δηλαδή, δεν λείπει από κανένα ιταλικό σπίτι και με συνοπτικές διαδικασίες ξεκινάει να δουλεύει όσο μαζεύουμε τα υλικά και συστηνόμαστε με τις οικοδέσποινές μας. «Όταν πρωτοήρθαμε στην Αθήνα, μόνο στη Βουκουρεστίου, στο Brazilian, είχαν εσπρέσο. Μόνο εκεί πηγαίναμε για καφέ», θυμάται.
Η ιστορία της εγκατάστασής της στην Αθήνα θυμίζει λίγο ρομαντική ταινία: «Δεν είχα καμία σχέση με την Ελλάδα, όμως μια εποχή που έμενα στη Σαρδηνία τα πανεπιστήμια ήταν γεμάτα με Έλληνες φοιτητές. Ένας φίλος μου από την Ελλάδα μού έλεγε συνέχεια ότι πρέπει να έρθω για διακοπές, πόσο πολύ μοιάζει η χώρα σας με την Ιταλία και άλλα τέτοια. Εκείνη την εποχή ο Δημήτρης (σ.σ. μετέπειτα σύζυγός της) την είχε κοπανήσει από το σπίτι και μαζί με έναν φίλο του από τη Σαντορίνη είχε ανοίξει μια ντισκοτέκ. Πάω λοιπόν ένα βράδυ στο μαγαζί του μαζί με τον ξάδερφό μου τον Τζόνι για να χορέψουμε ροκ εντ ρολ. Με το που μπαίνω μου λέει: “Can I help you?”. E, μετά από έξι μήνες παντρευτήκαμε! Πίστευα ότι δεν θα άφηνα ποτέ τη Ρώμη, την πατρίδα μου, αλλά ποτέ μη λες ποτέ. Η αγάπη δεν γνωρίζει σύνορα!».
Ο έρωτας ήταν ο λόγος που και οι υπόλοιπες τρεις της παρέας πολιτογραφήθηκαν Ελληνίδες. Όταν η Λουιζιάνα, η Λίλη, η Μαρία και η Σερένα βρέθηκαν να έχουν παιδιά διαφορετικών ηλικιών σε τάξεις του ιταλικού σχολείου της Αθήνας και γνωρίστηκαν μεταξύ τους, «κόλλησαν». Σήμερα δεν είναι λίγες οι Κυριακές που επιλέγουν να περάσουν ετοιμάζοντας μαζί φαγητά και γλυκά για μεγάλα, οικογενειακά τραπέζια διαρκείας. Μία αναλαμβάνει τα «primi», τα ζυμαρικά, άλλη τα κυρίως και άλλη το επιδόρπιο. Όλες ξέρουν να μαγειρεύουν καλά. «Δεν νομίζω ότι υπάρχει Ιταλίδα που δεν ξέρει να μαγειρεύει», λέει η Λίλη.
ραγού, Σερένα, περιγράφει πώς το φτιάχνει με κιμά ή κρέας (μοσχάρι και λουκάνικο) και πολλή κόκκινη σάλτσα, κατά τα ρωμαϊκά πρότυπα. «Παίρνει από δύο ώρες και πάνω. Όσο πιο σιγομαγειρεμένο, τόσο το καλύτερο», λέει. «Στη Νάπολη λένε πως το σωστό ραγού μπαίνει στη φωτιά στις επτά το πρωί και βγαίνει στις δύο που θα κάτσεις να φας», συμπληρώνει η Λίλη.
Μόλις η κουβέντα πάει στις σπεσιαλιτέ και στις αγαπημένες τους συνταγές, τα αίματα ανάβουν! Γίνεται «φασαρία» για το πού βρίσκεις αληθινό προσούτο στην Αθήνα, για τα σωστά λουκάνικα, για τις παραλλαγές του ραγού από πόλη σε πόλη. Η ειδικός στολαζάνια και μιλιάτσιο. Παλαιότερα, εκτός από αυτά, τρώγαμε και μια ιδιαίτερη κρέμα, τη sanguinaccio που είχε σοκολάτα και αίμα χοιρινού. Τώρα πια δεν φτιάχνεται πουθενά», εξηγεί η Λίλη.
Όσο για τα γλυκά, πολλά είναι αυτά που ξεχωρίζουν! Το μιλιάτσιο που έχει ξεκινήσει να ετοιμάζει σήμερα η Λίλη είναι παραδοσιακό της Νάπολης. Πρόκειται για ένα χαμηλό, σφιχτό κέικ με εθιστική υφή που φτιάχνεται από σιμιγδάλι, βούτυρο και ρικότα (ή και γλυκιά μυζήθρα) και αρωματίζεται με φλούδες και ξύσμα λεμονιού και πορτοκαλιού. «Παραδοσιακά στη Νάπολη το φτιάχνουμε την τελευταία μέρα του καρναβαλιού. Στην Ιταλία, το καρναβάλι δεν τελειώνει Κυριακή αλλά Τρίτη. Αυτή η Τρίτη λέγεται Martedì grasso, «χοντρή Τρίτη» δηλαδή. Εκείνη την ημέρα στην πατρίδα μου τρώμεΗ ίδια περιγράφει ένα άλλο παραδοσιακό κέικ, τη mimosa, που οφείλει το όνομά της στην εμφάνισή της, η οποία θυμίζει το ομώνυμο λουλούδι, τα αρνάκια από μάρτζιπαν, που πλάθουν το Πάσχα στη Σικελία, αλλά και τους ναπολιτάνικους λουκουμάδες graffa, που περιλαμβάνουν πατάτα στη γέμισή τους. Η καπρέζε, που έχει αρχίσει τώρα να μοσχοβολάει, προέρχεται από το Κάπρι και φτιάχνεται με πούδρα αμυγδάλου αντί για αλεύρι, λόγω της αφθονίας του καρπού στο νησί. Αν και όλες οι κυρίες της παρέας συμφωνούν πως ένα κλασικό τιραμισού ταιριάζει με κάθε γεύμα, χαίρονται να αξιοποιούν τις ζουμερές φράουλες της εποχής για μια φρέσκια παραλλαγή του. Αφού τις αφήσουν να «μείνουν» μαζί με ζάχαρη, λεμόνι και λιμοντσέλο, μέχρι να βγάλουν τα ζουμιά τους, χρησιμοποιούν τον χυμό για να ποτίσουν τα σαβαγιάρ. Με στρώσεις από μπισκότα, κρέμα και ελαφρώς «μεθυσμένες» φράουλες ετοιμάζουν στα γρήγορα μια υπέροχη εποχική εκδοχή του, που θέλουμε να φτιάχνουμε όλη την άνοιξη.