Όσες πόλεις, χωριά, νησιά έχει αυτή η χώρα, τόσα είναι και τα λαμπριάτικα κουλουράκια. Τα βασικά τους υλικά είναι το βούτυρο, το γάλα και τα αυγά. Μπορούμε να τα χωρίσουμε σε δύο μεγάλες κατηγορίες: τα ανεβατά, αυτά δηλαδή που γίνονταν παλιότερα με προζύμι και τώρα, για ευκολία, με μαγιά, και τα άλλα που ο διογκωτικός τους παράγοντας είναι η αμμωνία ή η σόδα, τώρα πια και το μπέικιν πάουντερ. Εκτός από τα γιαννιώτικα, που είναι τεράστια, με τρύπα στη μέση και ιδιαίτερα αφράτα, υπάρχουν και κάποια άλλα που θεωρώ ξεχωριστά, όπως αυτά της Σαντορίνης· η ζύμη τους είναι σαν του κουραμπιέ, την ανοίγουν μακρόστενη πλακέ και βάζουν μέσα γέμιση από ψημένο και κοπανισμένο σουσάμι, αμύγδαλα, κανελογαρίφαλα, ενώ άλλα τα τυλίγουν ρολό και μετά τα γυρίζουν να γίνουν στρογγυλά. Εκεί όπου ενώνονται οι δύο άκρες της ζύμης καρφώνουν ένα γαρίφαλο. Έργο τέχνης και επιδεξιότητα με σπουδαία γεύση. Επίσης, τα κιτρινοκούλουρα της Αστυπάλαιας που περιέχουν φρεσκοπηγμένο ανάλατο τυρί, πιπέρι, κανέλα και την ντόπια ζαφορά (κρόκο), που τη μαζεύουν άγρια και την κρατούν για να τους δώσει χρώμα και άρωμα. Στα Δωδεκάνησα ξεχωρίζουν τα «βοτυρένα» (βουτυρένια) της Καρπάθου, αρωματισμένα με μοσχοκάρυδο και μαστίχα, το ίδιο και της Σύμης. Σε αυτό το ωραίο νησί κρεμούν στο κέντρο του σπιτιού την κορυφή ενός κυπαρισσιού, με μήκος 1 έως 1,5 μέτρο, αφού απομακρύνουν όλα τα φύλλα. Το λένε «καρναλή» και στα κλαδιά του περνούν τα κουλούρια. Τα ανεβατά κουλουράκια θέλουν τέχνη και συνήθως είναι ελαφρώς γλυκά, με λίγη ζάχαρη· σε κάποια μέρη σχηματίζουν με τη ζύμη δυο-τρεις κύκλους ενωμένους και τα στολίζουν με κόκκινα αυγά. Συνήθως τα αλείφουν με κρόκο αυγού ή γάλα ή με μείγμα αυγού, ζαφοράς και λαδιού, για να γυαλίσουν. – Εύη Βουτσινά