Bûche de Noël… Yule log… Χριστουγεννιάτικος κορμός. Τρία ονόματα για το ίδιο γλυκό που κάθε Χριστούγεννα -και μόνο τότε- κάνει την εμφάνισή του στις βιτρίνες των ζαχαροπλαστείων. Πρόκειται για ένα μακρόστενο γλυκό με μεγάλη παράδοση σε όλη την Ευρώπη. Πώς γεννήθηκε και πώς εξελίχθηκε σε μία από τις πιο δημοφιλείς σπεσιαλιτέ της γαλλικής πατισερί; Αυτό είναι μεγάλη ιστορία στην οποία εμπλέκεται και ο Ναπολέων.
Ο Δεκέμβριος ήταν ανέκαθεν ένας μήνας γεμάτος τελετουργίες. Διάφοροι αρχαίοι πολιτισμοί υποδέχονταν το χειμερινό ηλιοστάσιο, τη μακρύτερη νύχτα του χρόνου (γύρω στις 21 Δεκεμβρίου), με λατρευτικές εκδηλώσεις που σηματοδοτούσαν την επιστροφή του ήλιου, ο οποίος στο εξής θα έμενε όλο και περισσότερες ώρες στον ουρανό. Ένα από αυτά τα φεστιβάλ ήταν και το Yule των Σκανδιναβών, κατά το οποίο έκαιγαν ένα μεγάλο δέντρο, το yule log. H λέξη yule προήλθε από τη λέξη hweol, που σημαίνει τροχός – οι αρχαίοι Σκανδιναβοί θεωρούσαν ότι ο ήλιος ήταν ένας τροχός από φωτιά που πλησίαζε και απομακρυνόταν από τη γη ανάλογα με την εποχή.
Με την έλευση του χριστιανισμού, τα παγανιστικά αυτά τελετουργικά ενσωματώθηκαν στον εορτασμό των Χριστουγέννων. Στην Αγγλία μαζεύονταν γύρω από την εστία του σπιτιού και διηγούνταν ιστορίες φαντασμάτων. Στη Γαλλία όλη η οικογένεια βοηθούσε στο κόψιμο και τη μεταφορά του κορμού των Χριστουγέννων στο σπίτι (bûche de Noël), με τους μικρούς της παρέας να τον καβαλούν σαν έλκηθρο. Στην Ιταλία τον ονόμαζαν Ceppo (ή Tronchetto) di Natale. Στη Γιουγκοσλαβία τον διακοσμούσαν με λουλούδια και υφάσματα και όταν τον έκαιγαν, έκαναν σπονδές με κρασί και δημητριακά. Αλλά και στην Ελλάδα έχουμε παρόμοιες καταγραφές. Στη Μακεδονία ο νοικοκύρης του σπιτιού διάλεγε ένα κλαδί ελιάς ή πεύκου, που ονόμαζαν χριστόξυλο και που έπρεπε να καίγεται μέχρι και τα Φώτα προκειμένου να ζεσταθεί ο Ιησούς στη φάτνη, ενώ στην Ήπειρο άναβαν ένα κλαδί πουρναριού και επισκέπτονταν φίλους και συγγενείς για να ευχηθούν «αρνιά, κατσίκια, νύφες και γαμπρούς».
Όταν τα σπίτια απέκτησαν ηλεκτρισμό, σόμπες και κεντρική θέρμανση, τα έθιμα αυτά ξεχάστηκαν. Στη Γαλλία όμως βρήκαν έναν άλλο τρόπο να συνεχίσουν την παράδοση δίνοντας σχήμα κορμού σε ένα γλυκό. Υπεύθυνος λένε ότι ήταν ο ίδιος ο Ναπολέων, ο οποίος υποχρέωσε τους Παριζιάνους να φράξουν τις καπνοδόχους τους για να αποφύγουν τα ρεύματα κρύου αέρα. Κι εκείνοι, μην έχοντας πια μέρος να κάψουν τον χριστουγεννιάτικο κορμό, εφηύραν το γλυκό. Και τι γλυκό!
Στην πιο κλασική εκδοχή του πρόκειται για ένα ρολό από μαλακό μπισκότο που γεμίζουν με κρέμα σοκολάτας και καλύπτουν επίσης με σοκολάτα πάνω στην οποία χαράσσουν γραμμές με ένα πιρούνι, έτσι που να θυμίζει φλοιό δέντρου. Έπειτα κόβουν από τον κορμό ένα μέρος, κάπως λοξά και το τοποθετούν με τη μία άκρη του κολλημένη πάνω στον αρχικό κορμό, έτσι που να θυμίζει ένα κλαδί που διακλαδώνεται. Κι έτσι η ψευδαίσθηση είναι πλήρης.
Όμως σήμερα οι ζαχαροπλάστες δεν αρκούνται σε αυτή την εκδοχή. Ο κορμός έχει γίνει πεδίο μεγάλης δημιουργικότητας και κάθε χρόνο βλέπουμε πολλές σύνθετες δημιουργίες που παντρεύουν με μοναδικό τρόπο διάφορα υλικά όπως μους, κρεμές, γλάσα, παντεσπάνια, μπισκουί, πραλίνες κ.ά. Δεν υπάρχει κανόνας για το πώς πρέπει να είναι ένας χριστουγεννιάτικος κορμός. Μπορεί να περιέχει ό,τι υλικό θέλουμε, αρκεί να κρατάει το ένα και μοναδικό στοιχείο που του χαρίζει τη μοναδικότητά του: το μακρόστενο σχήμα του.