ΕΞΟΔΟΣ

Γιατί αγαπάμε τόσο πολύ τα θερινά σινεμά;

Αποτελεί αγαπημένη έξοδο και λατρεμένη καλοκαιρινή συνήθεια για περισσότερο από έναν αιώνα. Προσπαθούμε να βρούμε τις αιτίες που τα θερινά σινεμά αποτελούν ουσιαστικά αποκλειστικό ελληνικό προνόμιο, αλλά και να κάνουμε μια χαρτογράφηση των σημερινών απολαυστικών open air επιλογών.

24.07.2024| Updated: 01.08.2024
Γιάγκος Αντίοχος
Φωτογραφία: Spiro Stergiou
Γιατί αγαπάμε τόσο πολύ τα θερινά σινεμά;

Γεννήθηκα και μεγάλωσα απέναντι από θερινό σινεμά. Το «Κατερίνα» στο Χαϊδάρι. Από το μπαλκόνι του πατρικού μου έβλεπα την οθόνη του κινηματογράφου, προσπαθώντας να διαβάσω τους υπότιτλους ανάμεσα στα καλώδια της ΔΕΗ και τεντώνοντας τα αυτιά μου για να ακούω τους διαλόγους όταν περνούσε το 812, το λεωφορείο της γραμμής. Θυμάμαι την οικογένεια που το λειτουργούσε να κοιμάται κάποια βράδια στρωματσάδα στο ταρατσάκι, δίπλα από τον θάλαμο με τη μηχανή προβολής. Φωνές, χαρές, κλάματα, τσακωμοί: όταν έσβηνε η οθόνη, η ζωή τους ξετυλιγόταν σαν ταινία στην ανοιχτωσιά του κινηματογράφου. Από ό,τι καταλαβαίνετε, οι μνήμες της παιδικής μου ηλικίας είναι συνυφασμένες με το θερινό σινεμά. Αλλά ποιος ή ποια δεν έχει νοσταλγικές αναμνήσεις με φόντο μια οθόνη; Η μυρωδιά του ποπ κορν και του γιασεμιού, τα χαλίκια μέσα στο παπούτσι, το κυνηγητό στο διάλειμμα, τα παρακάλια για μια λιχουδιά παραπάνω από το κυλικείο, ο ύπνος στην αγκαλιά της μητέρας… Το θερινό σινεμά είναι ένα κοινό βίωμα. Ένα αναπόσπαστο κομμάτι της πολιτισμικής μας ταυτότητας, φυτεμένο βαθιά στο DNA μας. Η αίσθηση της ελευθερίας που αποπνέει το open-air cinema μας ταιριάζει γάντι. Οι περισσότεροι Έλληνες δεν πάνε σινεμά μόνο για να δουν ταινία. Πάνε για να πιουν την μπίρα τους, να κάνουν μακροβούτι τα νάτσος μέσα στο τσένταρ, να πουν καμιά κουβεντούλα, να δροσιστούν, να κοιτάξουν κλεφτά το φεγγάρι, να πιάσουν το χέρι του/της συντρόφου και να κάνουν κάνα τσιγαράκι. Δεν είναι καθόλου περίεργο, λοιπόν, που είμαστε η μοναδική χώρα στον κόσμο που το φαινόμενο «θερινό σινεμά» έχει τέτοιες διαστάσεις.

Από γενιά σε γενιά

Ο Κώστας Γούναρης είναι 85 χρονών. Το μικρόβιο του σινεμά το κόλλησε από τον πατέρα του Άλκη, που είχε ξεκινήσει να ασχολείται προπολεμικά με το επάγγελμα. «Με βρίσκεις λίγο απασχολημένο τώρα», μου λέει ο κύριος Κώστας. «Είμαι κάθε μέρα στο “Αμίκο” στο Χαλάνδρι και προσπαθώ να το ανοίξω. Ξέρεις, καθαρισμοί, επιδιορθώσεις, κυλικεία, έχει δουλειά να ανοίξει ένα θερινό για σεζόν!», αποδεικνύοντας ότι στο αίμα του κυλά και λίγη… σελιλόζη. «Ξεκίνησα να μπαινοβγαίνω στα σινεμά το 1948, σε ηλικία δέκα χρονών. Υπήρχαν δύο μεγάλοι θερινοί τότε στον σταθμό Λαρίσης, η “Βικτώρια” και το “Αλκαζάρ”, που με ήξεραν οι ιδιοκτήτες και με έβαζαν τσάμπα. Από τότε δεν σταμάτησα ποτέ να ζω και να αναπνέω για το σινεμά». Ο γιος του Άλκης και ο εγγονός του Κώστας συνεχίζουν την οικογενειακή κινηματογραφική επιχείρηση, λειτουργώντας επτά θερινά σινεμά (Εκράν, Αμίκο, Αρκαδία, Ηλέκτρα, Άνοιξις, Cine Κήπος, Νέα Μασκώτ), ενώ είναι υπεύθυνοι προγράμματος της Αίγλης, που λειτουργεί φέτος με νέα διεύθυνση. Ο Άλκης Γούναρης είναι μεταδιδακτορικός ερευνητής και διδάσκων του Τμήματος Φιλοσοφίας του ΕΚΠΑ, πάνω στο φλέγον θέμα της ηθικής στην τεχνητή νοημοσύνη. «Ευτυχώς, το να ασχολείσαι επαγγελματικά με τα θερινά σινεμά σού δίνει τη δυνατότητα να μπορείς να ασχολείσαι και με άλλα πράγματα τη χειμερινή περίοδο», μου λέει ο Άλκης. Και συνεχίζει κάνοντας μια αναφορά στους λόγους που βοήθησαν στην εμφάνιση και στην άνθιση των θερινών στην Ελλάδα: «Τα θερινά σινεμά αποτελούν ουσιαστικά συνέχεια του πλανόδιου κινηματογράφου. Ελλείψει μεγάλων θεατρικών αιθουσών και με τη βοήθεια του καιρού, τα θερινά σινεμά ξεκίνησαν ως φαινόμενο από την προπολεμική κιόλας περίοδο. Η Αίγλη, το Θησείον, το Cine Paris στο κέντρο και η Μπομπονιέρα στην Κηφισιά λειτουργούν αδιάκοπα σχεδόν έναν αιώνα τώρα. Ήταν μια φτηνή επένδυση, για την οποία χρειαζόσουν μόνο μια μηχανή, ένα λευκό πανί και καρέκλες για να προβάλεις μια ταινία. Αυτοί που έφτιαχναν τα θερινά ήταν απλοί άνθρωποι, που έβγαζαν το μεροκάματό τους έτσι. Βέβαια, πολλά πράγματα έχουν αλλάξει από τότε».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣΤραπεζάκια έξω: 32 στέκια για φαγητό και ποτό με την Αθήνα για σκηνικόΤραπεζάκια έξω: 32 στέκια για φαγητό και ποτό με την Αθήνα για σκηνικό

Η νέα εποχή των θερινών

Ο Ζήνος Παναγιωτίδης δουλεύει περισσότερα από 50 χρόνια στον χώρο του καλλιτεχνικού σινεμά, έχοντας -ανάμεσα σε άλλα- ιδρύσει τη θρυλική εταιρεία διανομής Rosebud και στη συνέχεια τη Rosebud.21, που ακόμη δραστηριοποιείται στον χώρο. «Η πρώτη μεγάλη κρίση ήταν με τον ερχομό της τηλεόρασης το 1968. Κυρίως, από τη στιγμή που έδωσε ο Φίνος τις ταινίες του και παίζονταν κάθε Σάββατο βράδυ στην τηλεόραση. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τη δεκαετία του ’70 να κλείσουν πολλά σινεμά. Η κρίση στα θερινά βάθυνε ακόμα περισσότερο με τον ερχομό της βιντεοκασέτας τη δεκαετία του ’80», λέει ο Ζήνος Παναγιωτίδης, κάνοντας μια σύντομη και περιεκτική ανασκόπηση. Ο νόμος επί υπουργίας Μελίνας Μερκούρη έβαλε φρένο στα λουκέτα και στις αλλαγές χρήσης, κηρύσσοντας αρκετά θερινά σινεμά διατηρητέα. Αυτό, όμως, που άλλαξε άρδην την πορεία των θερινών ήταν η απόφαση των εταιρειών διανομής να τους δώσουν ταινίες Α ́ προβολής για να τις προβάλουν. «Η Rosebud είναι αυτή που ξεκίνησε τις πρώτες προβολές στα θερινά. Η ασφυξία της χειμερινής περιόδου για γραφεία σαν κι εμάς, μας ώθησε να το κάνουμε δοκιμαστικά στα μέσα της δεκαετίας του ’90. Ξεκινήσαμε με βάση τις επανεκδόσεις και έχοντας ως κορωνίδα το Θησείον. Η Διπλή ζωή της Βερόνικα και το Στην παγίδα του νόμου έσκισαν, κάνοντας 20.000 εισιτήρια η καθεμία. Τότε δώσαμε και ταινίες Α ́ προβολής στα θερινά, που τους έδωσε μεγάλη δυναμική. Μετά το άνοιγμα της Rosebud ακολούθησαν και τα υπόλοιπα γραφεία», σύμφωνα με τον κύριο Παναγιωτίδη. Από τις αρχές της δεκαετίας του 2000, τα θερινά ξεκινούν τις ανακαινίσεις, να καταγράφουν σημαντικές αυξήσεις στα εισιτήρια και να αναβαθμίζουν τα κυλικεία τους.

Γιατί αγαπάμε τόσο πολύ τα θερινά σινεμά;
Φωτογραφία: Σωκράτης Μπαλταγιάννης

Ένα δυνατό κινηματογραφικό καλοκαίρι

Τα πρώτα θερινά ξεκίνησαν να ανοίγουν φέτος αμέσως μετά τις διακοπές του Πάσχα, με νέες αφίξεις μάλιστα, που αυξάνουν τις προσφερόμενες επιλογές και υπηρεσίες. Για παράδειγμα, μετά από μια παύση τεσσάρων χρόνων, το Cine Paris (Κυδαθηναίων 22) στην Πλάκα επιστρέφει ανανεωμένο, υπό την επιμέλεια της ελληνικής streaming πλατφόρμας Cinobo. Μάλιστα, το θερινό με τη μοναδική θέα θα ανοίγει από τις 7.30 μ.μ. για όσους θέλουν να απολαύσουν το ηλιοβασίλεμα με ένα aperitivo στο χέρι. Το Cine Πολεμικό Μουσείο (Ριζάρη 2) είναι ένα από τα πιο νέα σινεμά της πόλης, μπαίνοντας στη μόλις τρίτη σεζόν του, που διαθέτει ένα πλήρως ενημερωμένο bar και πρωτοκλασάτο finger food. H Ριβιέρα (Βαλτετσίου 46) είναι μια ζωγραφιά με vintage αισθητική, η Δεξαμενή (Πλ. Δεξαμενής 7) έχει αιγαιοπελαγίτικο χρώμα, τα Ελληνίς (Κηφισίας 29-31) και Άνεσις (Κηφισίας 14) είναι δύο υπέροχα σινεμά στις απέναντι όχθες της Κηφισίας στους Αμπελόκηπους, το Κάρμεν (Παπαδά 40, Ελληνορώσων) είναι από τα πιο περιποιημένα μαγαζιά, η Cine Φιλοθέη (Πλατεία Δροσοπούλου) και το Cine Ψυχικό Classique (Ν. Παρίτση 2) είναι κοσμήματα των βορείων προαστίων και το Cine Φλοίσβος (Πάρκο Φλοίσβου) έχει στήσει την οθόνη του σε απόσταση αναπνοής από τη θάλασσα. Εάν θέλετε δροσιά και θέα, κατευθυνθείτε χωρίς δεύτερη σκέψη στο Αττικόν Άλσος (Περιφερειακός Πολυγώνου-Γαλατσίου), εάν θέλετε να κάνετε τηλεμεταφορά στον χρόνο ο Ζέφυρος (Τρώων 36, Άνω Πετράλωνα) είναι το ιδανικό μέσο, ενώ σίγουρα το πιο καλτ σινεμά στην Αθήνα είναι το Όασις (Πρατίνου 7, Παγκράτι), που βρίσκεται σε ακάλυπτο πολυκατοικίας και έχει διάσπαρτα αγάλματα στον χώρο!

Τι να πιω και τι να φάω

Αθηναία (Χάρητος 50, Κολωνάκι): Η διάσημη τυρόπιτα συνεχίζει να χτίζει φύλλο φύλλο τον μύθο της.

Θησείον (Απ. Παύλου 7): Παγωμένη σπιτική βυσσινάδα για να θυμηθείς τις διακοπές στο χωριό.

Cine Paris (Κυδαθηναίων 22): Με διαφορά η πιο ενημερωμένη κάβα, ιδανική αφορμή για να πεις «shaken, not stirred» στον barman.

Cine Πολεμικό Μουσείο (Ριζάρη 2): Corn Dog, Pizza Roll ή Chicken Pop Corn; Τα καλύτερα finger food θα τα βρεις εκεί.

Cine Alsos (Λ. Δεκελείας 152, Νέα Φιλαδέλφεια): Ένα από τα πιο δροσερά σινεμά συνεχίζει να σερβίρει Μοχίτο, Μαργαρίτες και άλλα κοκτέιλ κάτω από τα πεύκα.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ17 νόστιμες περιπέτειες στα πέριξ της Αθήνας: από ξυλόφουρνοι μέχρι μυστικές καντίνες17 νόστιμες περιπέτειες στα πέριξ της Αθήνας: από ξυλόφουρνοι μέχρι μυστικές καντίνες

Το άρθρο πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό Γαστρονόμος, τεύχος 220.

Βραβεία Ποιότητας

Δες ανά κατηγορία τα βραβεία των προηγούμενων ετών
MHT