Ταβέρνα του Κατσόγιαννου
Από το 1930 ξεκινά η ιστορία του Κατσόγιαννου, της πιο παλιάς και ιστορικής ταβέρνας στη Δραπετσώνα. Ο Γρηγόρης Κατσόγιαννος έφτιαξε αρχικά ένα γαλακτοπωλείο πουλώντας βούτυρο και παγωτό καϊμάκι ξακουστό στη γειτονιά. Με τα χρόνια το γαλακτοπωλείο έγινε μπακαλοταβέρνα η οποία με τη σειρά της εξελίχθηκε σε κανονική ταβέρνα με υπέροχη ατμόσφαιρα και ουζάτα κεφτεδάκια για βραβείο. Η πικάντικη χοιρινή τηγανιά, η συκωταριά αλλά και το μοσχαρίσιο συκώτι όπως και τα παϊδάκια είναι από τα σουξέ του μαγαζιού. Το καϊμάκι στο τέλος είναι ακόμα εδώ για να θυμίζει την αρχή της ιστορίας.
Αγίου Παντελεήμονος 15, Δραπετσώνα, Τ/ 210-46.13.209
Τα Φιλετάκια στην αυλή
Αδιάφορη η πρόσοψη, με μια παλιομοδίτικη επιγραφή, δεν σε προϊδεάζει για όσα κρύβονται μέσα. Καταπράσινη, η καλοκαιρινή αυλίτσα με το χαλίκι ξυπνάει αναμνήσεις από οικογενειακές εξόδους περασμένων δεκαετιών. Ο κύριος Γιώργος υποδέχεται τους πελάτες πάντα περιποιητικός, όπως έμαθε δίπλα στον πατέρα του, που πρωτοάνοιξε τα Φιλετάκια το 1966. Όσο για τον κατάλογο, θα μπορούσε να μην υπάρχει, αφού το όνομα του παραδοσιακού μαγαζιού τα εξηγεί όλα μια χαρά. Το ζητούμενο είναι τα τρυφερά φιλετάκια (μικρά κομμάτια κρέατος –χοιρινού, μοσχαρίσιου ή κοτόπουλου– χωρίς κόκαλο). Μαζί με τις μαμαδίστικες, χεράτες πατάτες και τη σαλάτα με την προσεκτικά διαλεγμένη ντομάτα φτιάχνουν ένα νόστιμο τρίπτυχο που φτάνει και περισσεύει. Για το τέλος έχει κέρασμα γιαούρτι και γλυκό του κουταλιού.
Εθνάρχου Μακαρίου 126 και Δράμας, Δάφνη, Τ/210-97.30.682
Το Στέκι του Ηλία επί δυο
Η επωνυμία η ίδια, τα μαγαζιά δύο. Το Στέκι του Ηλία είναι δύο ταβέρνες της ίδιας οικογένειας, έχουν το ίδιο μενού και βρίσκονται στην ίδια ευθεία του Θησείου, η μία κοντά στην άλλη. Η πρώτη, στην Επταχάλκου, με τη μεγάλη αυλή, είναι η αγαπημένη μου για τις καθημερινές, όταν δεν έχει πάρα πολύ κόσμο και μπορείς να βρεις τραπέζι στο βάθος της αυλής, άκρη άκρη δίπλα στον βράχο. Με τα δέντρα, τα δεντρολίβανα και τις λεβάντες τριγύρω νιώθεις πως βρέθηκες στην ελληνική επαρχία, και ας απέχεις ελάχιστα βήματα από το πιο φασαριόζικο κομμάτι του κέντρου. Και το άλλο κατάστημα όμως, εκεί που η Επταχάλκου μετονομάζεται σε Θεσσαλονίκης, δεν πάει πίσω σε ατμόσφαιρα. Από το κοινό μενού και των δύο ταβερνείων παραγγέλνουμε ξανά και ξανά το χιτ, αρνίσια παϊδάκια ψημένα με μαεστρία. Στα συνοδευτικά τίποτα το εξεζητημένο, ωστόσο οι κομμένες στο χέρι πατάτες, τα γλυκά κολοκυθάκια, η αγγουροντομάτα, το σαγανάκι και οι παγωμένες μπίρες είναι πάντα αξιόπιστα.
Επταχάλκου 5, Τ/210-34.58.052 και Θεσσαλονίκης 7, Τ/210-34.22.407, Θησείο
Για παϊδάκια στον Τσομπανάκο
Δεν θα πέσεις τυχαία πάνω του, κρυμμένος όπως είναι σε ένα στενό της Καισαριανής. Ο Τσομπανάκος λειτουργεί εκεί από το 1954 και ένα κυριακάτικο μεσημεριανό γεύμα στην αυλή του μπορεί να σε μεταφέρει στο χωριό και σε άλλη εποχή. Παλιά παραθυρόφυλλα, λεμονιές, καρό τραπεζομάντιλα, κρεμασμένες αντίκες στους τοίχους – σε αυτό το σκηνικό σερβίρουν ελληνικό φαγητό με αρκετές επιρροές από τη μικρασιατική και την πολίτικη κουζίνα. Ο παππούς Θεόφιλος Κανονιέρης, ο οποίος ξεκίνησε την ταβέρνα ως κουτούκι με οκτώ τραπέζια τη δεκαετία του ’50, ήρθε στην Αθήνα μόλις στα 16 του, μόνος, ξεριζωμένος από τη Μικρά Ασία, ενώ η γιαγιά του σημερινού ιδιοκτήτη είχε γεννηθεί στην Κωνσταντινούπολη. Εξ ου και η περιποιημένη πολίτικη σαλάτα με τις καυτερές πιπερίτσες, τα μακαρόνια με στρώσεις κιμά και τυριού, τα σουτζουκάκια, οι λαχανοντολμάδες, τα μανιτάρια με πλιγούρι και τα σαλιγκάρια στιφάδο, που φτιάχνονται εδώ ακόμη με τις παλιές συνταγές. Η σχάρα που θα δεις στην είσοδο ψήνει παϊδάκια, από τα πιο λεπτοκομμένα της Αθήνας, ροδισμένα και ζουμερά. Οι σερβιτόροι συνηθίζουν να τα αποκαλούν συνθηματικά «φρούτα του δάσους». Χορτόπιτες ψημένες στη στόφα, ντολμαδάκια με κιμά και ξινούτσικο αυγολέμονο και κοκκινιστή προβατίνα με πατάτες είναι μερικές ακόμα από τις σπεσιαλιτέ τους. Αν τύχει και δεν βρεις θέση στην αυλή, η σάλα-μουσείο της περασμένης ζωής ακριβώς απέναντι θα σε αποζημιώσει.
Ανακρέοντος 2, Καισαριανή, Τ/210-72.48.441
Κάτω από Τα Πεύκα
Είναι όπως το λέει και το όνομα, μέσα στα πεύκα. Η οικογένεια Αποστόλου, που έχει αναλάβει την ταβέρνα τα τελευταία τριάντα χρόνια, σερβίρει στην καταπράσινη αυλή μιας παλιάς μονοκατοικίας στα σύνορα Αμαρουσίου και Πεύκης ωραία ψητά και μεζέδες, αλλά η ιστορία του μαγαζιού έχει ξεκινήσει ήδη από το 1919, με επίκεντρο και πάλι το χύμα κρασί. Οι σημερινοί θαμώνες χορταίνουν δροσιά κάτω από τα δέντρα και σε νοσταλγική ατμόσφαιρα απολαμβάνουν μοσχαράκι γάλακτος με μελωμένες πατάτες φούρνου ή κεφτεδάκια στα κάρβουνα. Το κοκορέτσι, το κοντοσούβλι και οι χωριάτικες πίτες με χειροποίητο φύλλο είναι επίσης από τα ευπώλητα των Πεύκων.
Χαϊμαντά Δημητρίου 34, Μαρούσι, Τ/210-80.22.371