Είναι η γαστρονομική μας πρωτεύουσα, κι ας της λείπουν οι chef που παρεπιδημούν στην Αθήνα. Το φρέσκο αεράκι φυσά από τον βοριά.
Η θέση: Παύλου Μελά, δυό βήματα από την Διαγώνιο, σε μια γειτονιά που εξελίσσεται όμορφα και συγκεντρώνει αρκετά καλά φαγάδικα.
Η ατμόσφαιρα: Πρωτόγνωρη. Xίλια τετραγωνικά μέτρα, μεζεδοπωλείο, μπακάλικο, μανάβικο, κρεοπωλείο και ιχθυοπωλείο μαζί στον ίδιο χώρο. Και ανάμεσα σε όλα αυτά, τραπέζια και πάγκοι φαγητού. Οι άνθρωποι, νέοι ως επι το πλείστον και φιλικοί. Μια αλλιώτικη «ατμόσφαιρα» που θέλει να θυμίζει τα παλιά μπακάλικα που προσέφεραν και ένα δυο πιάτα φαγάκι αλλά που θυμίζει τελικά ό,τι πιο «μοντέρνο» και «διεθνές» έχουμε.
Το φαγητό: Πιάτα ημέρας από τα φρέσκα που φθάνουν στο μαγαζί: π.χ., τους ήρθε γλώσσα μοσχαρίσια; Υπάρχει στο μενού. Τους ήρθε τσιπούρα πελαγίσια; Θα τη βρείτε στο μενού. Κατά τα άλλα, ελληνική και μόνο κουζίνα, με κλασικά πιάτα και μεζέδες, όλα καλομαγειρεμένα και πεντανόστιμα. Δοκίμασα μια υπέροχη χωριάτικη, σαλάτα κανονική με ωραίο λάδι και φέτα, σερβιρισμένη σε σαλατιέρα, αλλά πάνω σε μικρές πιτούλες. Το μυστικό της: ψιλοκομμένες ελιές Καλαμών στη σάλτσα. Μικρή παραλλαγή, που όμως κάνει τη διαφορά. Δοκίμασα την πολίτικη λακέρδα, δηλαδή τη λακέρδα από παλαμίδα, που ήταν η αυθεντική μεν, αλλά σερβιρισμένη με περισσότερο λάδι απ’ ό,τι θα ’θελα. Το λάδι εδώ πρέπει να υπογραμμίζει, όχι να καλύπτει. Φοβερά πιτάκια με τουλουμοτύρι Κοζάνης, παστουρμαδοπιτάκια που έχουν το δικό τους κοινό, «σπιτικά» ντολμαδάκια και τα πατροπαράδοτα σουτζουκάκια. Αν μπορούσα, θα δοκίμαζα όλο το μενού, που μπορείτε να το βρείτε αναρτημένο στην ιστοσελίδα τους.
Ο λογαριασμός: Η χοιρινή μπριζόλα κοστίζει 7 ευρώ, όσο και στα σουβλατζίδικα της γειτονιάς μου. Τα πιτάκια της Κοζάνης 5 ευρώ. Φθηνό για την ποιότητα που προσφέρει, το άτομο θα φάει, θα πιει και θα χορτάσει με 15 ευρώ.
Η κάβα: Κυρ Γιάννης και Θυμιόπουλος, thessaloniki oblige, ελληνικές μικροζυθοποιίες και βέβαια όλα τα ουζορακοτσίπουρα βόρεια και νότια.
Επιπλέον πληροφορίες: Το πάρκινγκ ξεχάστε το, αλλά σε μια πόλη που πας παντού με τα πόδια, τι το χρειαζόμαστε το αυτοκίνητο;