Για κουνουπίδι γιαχνί, κεμπάπ, ψητά ψάρια και άλλα μικρά θαύματα της ελληνικής κουζίνας, κατηφορίζουμε στο μαγερειό της Βούλας.
Η θέση: Στην οδό Πλαστήρα, ένα μικρό στενό παράλληλο στην Βασ. Παύλου, την κεντρική οδό που περνάει από την πλατεία της Βούλας.
Η ατμόσφαιρα: Χώρος ζεστός και απλός, θυμίζει παλιό κουτούκι στο εσωτερικό του, με τους τοίχους να κοσμούνται από κορνίζες, παλιές αφίσες, εξώφυλλα του περιοδικού Ρομάντζο, εξώφυλλα δίσκων και πορτρέτα της Μαρίας Κάλλας.
Το φαγητό: Απλή, καλομαγειρεμένη ελληνική κουζίνα. Εδώ και 19 χρόνια ο Μανώλης Ανδρεαδάκης και τα τελευταία χρόνια οι δύο γιοι του, ο Στέφανος και ο Λουκάς, μαγειρεύουν και σερβίρουν στη σάλα. Κάθε μέρα το «τέντζερο» μπαίνει στη φωτιά για να βγάλει τα πιάτα της μέρας. Δοκιμάσαμε ένα φημισμένο πιάτο της ταβέρνας, τους γίγαντες πλακί, μαγειρεμένους σε πήλινο. Mελωμένοι -έλιωναν στο στόμα χωρίς όμως να έχουν χάσει εντελώς την τραγανότητά τους- και αρωματισμένοι με μπόλικο άνηθο που τούς πήγαινε πολύ. Επιλέξαμε, επίσης, το κουνουπίδι γιαχνί με ντομάτα, ένα πιάτο σκέτο λουκούμι, μία ακόμα απόδειξη πως η ελληνική κουζίνα μπορεί να κάνει μικρά θαύματα με ταπεινά υλικά. Μαζί και ένα νόστιμο λουκάνικο από μοσχάρι, κρεάτινο, ψημένο σωστά – διατηρούσε τους χυμούς τους χωρίς να είναι διόλου λιπαρό. Έπειτα ήρθε το κεμπάπ, φτιαγμένο εδώ από αρνί και μοσχάρι, πολύ νόστιμο και αρκετά ισορροπημένο στη λιπαρότητά του. Σερβιρισμένο με φέτες ντομάτας, κρεμμύδι και πίτες κομμένες που ωστόσο είχαν αρτυθεί με κόκκινη σάλτσα και είχαν μαλακώσει (θα προτιμούσαμε να τις είχαμε γευτεί σκέτες). Στο Τέντζερο έχουμε επίσης απολαύσει στο παρελθόν ψάρια ψημένα σωστά (συχνά υπάρχουν άγριες τσιπούρες) συνοδεία χόρτων ή σαλάτας βραστών λαχανικών που «κρατάνε» στο δόντι. Επίσης, θα βρείτε καλό μουσακά, λαχανοντολμάδες (και πολλά άλλα κλασικά ελληνικά πιάτα), αλλά και κρητικές λιχουδιές (ομελέτες, έξοχο γαμοπίλαφο κ.ά.) καθότι οι ιδιοκτήτες κατάγονται από την Κρήτη.
Ο λογαριασμός: 15 ευρώ το άτομο, με χύμα κρασί.
Η κάβα: Το κρασί που έχουν είναι χύμα -Μοσχάτο Αλεξανδρείας, Αγιωργήτικο και ροζέ από την Ήπειρο. Επίσης, φέρνουν χύμα ρακή από το Ηράκλειο Κρήτης. Θα προτιμούσαμε όμως να έχουν μια έστω μικρή αλλά κάπως αντιπροσωπευτική λίστα κρασιών από τον ελληνικό αμπελώνα – υπάρχουν αρκετά καλά εμφιαλωμένα κρασιά σε πολύ λογικές τιμές που θα απολαμβάναμε με το γεύμα μας χωρίς να ανεβάσουν ιδιαίτερα το κόστος. Το ίδιο ισχύει και για τις μπίρες. Πλάι στις κλασικές μάρκες των μεγάλων εταιρειών, καλό θα ήταν να βρίσκαμε και μια-δυο μπίρες από ελληνικές μικροζυθοποιίες.
Επιπλέον πληροφορίες: Ανοιχτά 11 π.μ. – 6.30 μ.μ., καθημερινά, εκτός Κυριακής.