«Ό,τι δεν θεραπεύει το ουίσκι είναι αθεράπευτο» λέει μια παλιά ιρλανδική παροιμία. Αν υποθέσουμε ότι είναι έτσι, το CV Distiller όλα μπορεί να τα γιατρέψει. Η συλλογή του whisky bar του Στέφανου Ψυλλάκη σε κάθε άρθρο που γράφεται έχει ακόμη περισσότερες ετικέτες (800, μετά 900, τώρα, αισίως, 1.100) αντιπροσωπεύοντας αποστακτήρια από όλο τον κόσμο, περιοχές και στυλ, ανάμεσά τους και κάποια εξαιρετικά σπάνια και δυσεύρετα αποστάγματα. Αλλά μαζί με τον κατάλογο που έχει ουίσκι από τη Σκωτία και την Ιρλανδία μέχρι την Ταϊβάν, την Ινδία ή τη Νέα Ζηλανδία, και πολλά ακόμη ιδιαίτερα ποτά, έρχεται και εκείνος με τα κοκτέιλ, και έχει τα δικά του θέλγητρά. Ο Ηλίας Τσιαβλής μαζί με την υπόλοιπη ομάδα –τον Νίκο Σωτηρόπουλο, τον Γιάννη Μουλά, τον Έκτορα Παλιεράκη και τον Ηλία Στεργιόπουλο– έχουν συνθέσει με λίστα με αναθεωρημένα κλασικά, που καλύπτουν διαφορετικά γούστα και διαθέσεις. Όπως λέει, θέλησαν να κινηθούν με αφετηρία βασικά κοκτέιλ και παραδοσιακά παρακλάδια και να τα εκσυγχρονίσουν κρατώντας τη φορμούλα της αρχικής συνταγής. Να τα φέρουν στο τώρα, δηλαδή, χωρίς να τα κάνουν αγνώριστα.
Εγώ και το καλοκαίρι ακόμη προτιμώ καμιά φορά τη χαρακτηριστική ημικυκλική μπάρα, το νιώθεις ότι είσαι σε ποτάδικο όταν κάθεσαι σε ένα από τα στουλ της. Αλλά με το που έφτιαξε ο καιρός οι περισσότεροι βρίσκουν τη γωνιά τους στο περικυκλωμένο με ζαρντινιέρες ντεκ και δεν τους αδικώ. Ακόμη και τις ώρες που πυκνώνουν τα αυτοκίνητα σε Βασιλίσσης Σοφίας και Μιχαλακοπούλου η Χατζηγιάννη Μέξη είναι ήσυχη, οπότε αν θέλεις να πεις δυο κουβέντες, ακούγοντας jazz, funk και soul, και να σβήσεις με ένα ωραίο ποτό τη μέρα το CV άνετα το κάνεις τερματικό σταθμό. Κι άμα φτάσεις πρώτος και έχεις όρεξη για λίγη κοκτεϊλική ιστορία, όσο περιμένεις την παρέα σου αντί για το κινητό πιάνεις το διάβασμα και μαθαίνεις λίγα πράγματα για κάθε κοκτέιλ που οι μπαρτέντερς έχουν δει με σύγχρονη ματιά.
Το λεπτό, αναζωογονητικά ξινούτσικο Bees Knees πατάει πάνω στην αρχική συνταγή του 1920, που έχει τζιν, λεμόνι και μέλι, τo τζιν όμως αρωματίζεται με κρόκο Κοζάνης και το (έξτρα) βερμούτ υπογραμμίζει λίγο παραπάνω τη βοτανικότητα, ενώ και το Charlie Chaplin, που γεννήθηκε στο Worldorf Astoria την ίδια εποχή, έχει τις τις αλλαγές του. Με ενισχυμένο το στοιχείο του φρούτου (ροδάκινο και κεράσι) και πέρα από το sloe gin ένα τυρφώδες ουίσκι που του δίνει μια έξτρα διάσταση, δροσιστικό, γευστικό, γοητευτικό, κάνει εύκολα φίλους.
Το ουίσκι άλλωστε, εντάσσεται με πολλούς τρόπους στα σερβιρίσματα. Σε α’ ή β’ ρόλο. Τρυπώνει στο ευκολόπιωτο Toreador, στην ουσία μια διαφοροποιημένη Tommy’s Margarita. Πρωταγωνιστεί στο Truffled Scafa, που ίσως να ακούγεται λίγο ιδιόμορφο όταν διαβάζεις τα συστατικά του –«malt ουίσκι, τρούφα και μπανάνα» λέει η περιγραφή– άλλα o συνδυασμός δουλεύει. Είναι πολύ καλό. Έχεις δύο έντονες γεύσεις, της πάστας τρούφας και ενός τυρφώδους ουίσκι (Laphroaig βάζουν αν θυμάμαι καλά), με το φρούτο να τις δένει και να τις στρογγυλεύει. Αν τώρα δεν είσαι τόσο περιπετειώδης, το boozy Saratoga, ξαδερφάκι του Manhattan, που στην προκειμένη έχει και vinsanto, είναι μια πολύ καλή επιλογή. Το Cold Buttered rum, με δύο διαφορετικά ρούμι, με βουτυρένιο-βανιλάτο χαρακτήρα μπόλικο πάγο και φρεσκοτριμμένο μοσχοκάρυδο, που ήταν το τελευταίο που δοκίμασα, θα το προτιμούσα μετά το φαγητό αντί επιδορπίου, αλλά στην ομήγυρη άρεσε πολύ. Ζεστό είναι να το πιεις καθισμένος απέναντι από το τζάκι, αλλά έτσι, σε παγωμένη εκδοχή, γράφει «καλοκαίρι» στην ούγια.