ΕΛΛΑΔΑ

Φάγαμε σαν τουρίστες, ακολουθώντας τα food tours της Αθήνας

Από την Πλάκα μέχρι την Ομόνοια, ακολουθήσαμε δύο δημοφιλή food tours που συστήνουν στους επισκέπτες την πόλη μέσα από το φαγητό της.

29.07.2024
Φωτογραφίες: Άγγελος Γιωτόπουλος
Φάγαμε σαν τουρίστες, ακολουθώντας τα food tours της Αθήνας

«Σουβλάκι. Και μπακλαβά. Και εκείνο το στρογγυλό ψωμί με το σουσάμι. Κουλούρι! Αυτά είναι μερικά από τα πράγματα που θέλω σίγουρα να δοκιμάσω όσο είμαι στην Αθήνα», λέει η Γκρέις ενώ κατεβαίνουμε νωρίς το πρωί από το Σύνταγμα προς το Μοναστηράκι, προσπαθώντας χωρίς μεγάλη επιτυχία να αποφύγουμε τη ζέστη. Εικοσι-κάτι χρονών η ίδια, μόλις έχει ολοκληρώσει τις σπουδές στη ζαχαροπλαστική και, μαζί με τον αδερφό της και τους γονείς της, έχει έρθει από τον Καναδά για διακοπές. Πρώτα Αθήνα και έπειτα νησιά. Για τις λίγες μέρες που θα μείνουν στην πρωτεύουσα έχουν προγραμματίσει ξενάγηση στην Ακρόπολη. Πριν από την ανάβαση όμως στον Ιερό Βράχο, αποφάσισαν να πάρουν μέρος σε ένα από τα πολυάριθμα food tours που διοργανώνονται πλέον στην πόλη.

Φημίζεται η Αθήνα για τον μπακλαβά της; Το γλυκό με τις ανατολίτικες καταβολές είναι από τα πρώτα πράγματα που αναζητούν εδώ πολλοί επισκέπτες.

Ακολουθήσαμε δύο food tours στο κέντρο της Αθήνας.

Το φαγητό, η κοινή μας γλώσσα

Ψάχνοντας ονλάιν, θα δει κανείς να διαφημίζονται δεκάδες γαστρονομικές περιηγήσεις. «Φάε σαν Αθηναίος», «Γαστρονομικά μυστικά του κέντρου», «Εξάρχεια: Γεύση Ουτοπίας», «Δοκιμάζοντας το φαγητό και το κρασί της Αθήνας», «Μεταμεσονύκτιο γαστρονομικό τουρ» είναι ορισμένοι από τους τίτλους που εμφανίζονται. Κάποια φαντάζουν πιο πρόχειρα, άλλα περισσότερο επιμελημένα και με άποψη. Το tour που ακολουθώ σήμερα, μαζί με άλλους δέκα ανθρώπους από τον Καναδά, την Αγγλία και το Μεξικό, διοργανώνει η Alternative Athens, μια ελληνική εταιρεία που ξεκίνησε να λειτουργεί το 2013 και, όπως αναφέρει στην ιστοσελίδα της, στοχεύει στο να παρουσιάσει στους επισκέπτες «την αυθεντική πλευρά της Ελλάδας, πέρα από τα εύκολα τουριστικά στερεότυπα». «Τις επόμενες τρεισήμισι ώρες θα μιλήσουμε για την ιστορία, το φαγητό, τα τοπόσημα της πόλης, θα περπατήσουμε και, φυσικά, θα φάμε», λέει η Αντιγόνη που μας καθοδηγεί, χαράσσοντας μια πορεία από το Σύνταγμα προς τις παρυφές της Πλάκας, τη γειτονιά του Ψυρρή, την πλατεία Θεάτρου και το Μοναστηράκι, με στάσεις για ελληνικό καφέ στη χόβολη, γευσιγνωσία ελαιολάδου, σουβλάκι με κόκκινη, καυτερή σάλτσα από τον Κώστα της Αγίας Ειρήνης και γεύμα στην ιστορική ταβέρνα Κληματαριά μεταξύ άλλων. Παράλληλα, η κουβέντα κυλάει εύκολα, από τη σημασία της σήμανσης «έξτρα παρθένο» μέχρι την κλιματική κρίση και τον τρόπο που αυτή επηρεάζει την εγχώρια παραγωγή, τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, την κοινωνική δομή και έπειτα πίσω στους γίγαντες και στη γραβιέρα. «Το φαγητό σε βοηθάει να καταλάβεις και τους ανθρώπους», σχολιάζει ο Λονδρέζος Πίτερ, που εργάζεται στον τομέα της πολιτιστικής κληρονομιάς και συμμετέχει για πρώτη φορά σε γαστρονομική περιήγηση. «Είναι διεθνής γλώσσα και, αν το σκεφτείς, είναι το μοναδικό κομμάτι του πολιτισμού που μπαίνει στον οργανισμό μας, που κυριολεκτικά γίνεται μέρος μας», συνεχίζει.

Στάση για ελληνικό καφέ στη χόβολη.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣTα νέα στέκια της Αθήνας: 10 διευθύνσεις για να φάμε και να πιούμε ωραίαTα νέα στέκια της Αθήνας: 10 διευθύνσεις για να φάμε και να πιούμε ωραία

Παρέα με έναν ντόπιο

Ο Κωνσταντίνος συνεργάζεται την τελευταία δεκαετία με τo Culinary Backstreets, ένα από τα πιο επιτυχημένα γαστρονομικά ταξιδιωτικά σάιτ στον κόσμο, που δραστηριοποιείται σε 19 πόλεις, από τη Βαρκελώνη, το Ρίο ντε Τζανέιρο και το Μέξικο Σίτι μέχρι τη Σαγκάη και την Αθήνα. Στα αθηναϊκά food tours που «τρέχει» ο ίδιος μπορούν να δηλώσουν συμμετοχή μάξιμουμ επτά άτομα κάθε φορά, ενώ η διάρκειά τους συχνά ξεπερνά τις έξι ώρες.

Στο Ουζερί της Ιχθυαγοράς.

Τα αρνίσια μπιφτεκάκια του Καραγιάννη.
Στην Κεντρική Αγορά της Αθήνας για ψάρια και λίγη γεωγραφία.

Μαζί με το ζευγάρι των Αμερικανών που έκλεισαν θέση στο σημερινό tour, έχουν ήδη κάνει στάση για μπουγάτσα και έπειτα για καφέ με μαλακό λουκουμάκι τριαντάφυλλο στη Mokka, το καφενείο-καφεκοπτείο που λειτουργεί από τη δεκαετία του ’20, πλάι στη Βαρβάκειο. Όταν τους συναντάω, έχουν περάσει στο εσωτερικό της αγοράς και έχουν πιάσει θέση σε ένα «μπουρντενικό» στέκι, λιγότερο γνωστό ακόμα και για πολλούς ντόπιους: το ουζερί της ιχθυαγοράς που κρύβεται σε ένα στενάκι μεταξύ δύο καλών ψαράδικων. Μερικές φέτες λευκό ψωμί, πιπεριές του μπακάλη, λιωμένο τυρί και τα trademark, αρνίσια μίνι μπιφτεκάκια − αυτός είναι όλος κι όλος ο μεζές που σερβίρει εκεί για συνοδεία στα γάργαρα τσίπουρα ο Κώστας, γιος του Γιώργου Καραγιάννη, που ξεκίνησε την επιχείρηση γύρω στο 1970. Ανάμεσα στους θαμώνες, που ξέρουν ο ένας τον άλλο με το μικρό του όνομα −καταστηματάρχες κυρίως της αγοράς που είναι από αξημέρωτα στο πόδι και έρχονται εδώ για το μεσημεριανό τους διάλειμμα−, βρίσκονται ο Τζεφ και η Γκουέν. Παρόλο που η Αθήνα τούς είναι αρκετά γνώριμη (ο Τζεφ είχε περάσει δύο από τα χρόνια των σπουδών του εδώ, ενώ μαζί με την Γκουέν επισκέπτονται σχεδόν κάθε χρόνο την Ελλάδα), φέτος αποφάσισαν να συμμετάσχουν σε food tour. «Κάθε πρωί φτιάχνω ελληνικό καφέ στο σπίτι, μελετάω νέα ελληνικά. Στην Καλιφόρνια βγαίνουμε σε ελληνικά εστιατόρια και στο σπίτι μαγειρεύουμε συχνά ελληνικό φαγητό, αλλά, αν γυρνούσαμε μόνοι μας στην πόλη, δεν θα βρίσκαμε ποτέ αυτό το μαγαζί», λέει ο Τζεφ. «Πλέον, όποτε πηγαίνουμε σε καινούργιο μέρος, ψάχνω για food tour», συμπληρώνει η Γκουέν. «Ακόμα και στις ΗΠΑ υπάρχουν κάποια που θα ήθελα να κάνω. Στη Νέα Υόρκη, στη Νέα Ορλεάνη… Είναι ένας εύκολος τρόπος να γνωρίσεις τον τόπο που επισκέπτεσαι. Εξερευνάς κομμάτια της πόλης όπου δεν θα πήγαινες μόνος σου ως τουρίστας. Για μένα έχει σημασία και το ότι γνωρίζεσαι με έναν ντόπιο που τυγχάνει να ξέρει πολλά για το φαγητό», εξηγεί η ίδια.

Σε μία από τις παλιότερες ταβέρνες της πόλης, την Κληματαριά.

Περνώντας μέσα από την Αγορά, τα κρέατα, τα ψάρια, τις φωνές, έναν τσακωμό που ξεσπά για λίγο κοντά στη βιτρίνα με τις γουρουνοκεφαλές, ο Κωνσταντίνος παραδίδει ταχύρρυθμα γεωγραφίας με αφορμή την τροφή και προλαβαίνει τις ερωτήσεις των ανθρώπων που συνοδεύει. Μέσα σε λίγα μέτρα έχει προλάβει να μιλήσει για την ιστορία της Αγοράς, το βουνίσιο τοπίο της χώρας και το πώς αυτό επηρέασε τα γούστα μας στο κρέας, για τις κοινότητες μεταναστών της Αθήνας και κάποιες από τις δικές τους γαστρονομικές συνήθειες, τα είδη ψαριών που θεωρούνται καλύτερα, το farm to table, και όχι μόνο. «Δεν είμαστε συνηθισμένοι να το βλέπουμε έτσι το ζώο. Στις ΗΠΑ δεν υπάρχουν πλέον πολλοί χασάπηδες. Πας στο σούπερ μάρκετ και παίρνεις ένα κομμάτι. Όλα είναι πια πακεταρισμένα, έτοιμα. Σπάνια θα δεις κάτι τέτοιο», λέει η Γκουέν, η οποία περπατάει προσεκτικά, όπως και εγώ, για να μη γλιστρήσει στα νερά που έχουν πέσει κάτω ενώ βγαίνουμε από την Αγορά.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣΓιατί αγαπάμε τόσο πολύ τα θερινά σινεμά;Γιατί αγαπάμε τόσο πολύ τα θερινά σινεμά;

Από το «opa cheese» στο σουβλάκι του Λευτέρη

Στον Κτιστάκη, στην Ομόνοια.

Οι λουκουμάδες του Κτιστάκη στην Ομόνοια.

Σειρά έχει τώρα η Ομόνοια: οι λουκουμάδες του Κτιστάκη, το γιαούρτι της Στάνης, το σουβλάκι του Λευτέρη του Πολίτη. «Είναι ένα λίγο πιο τραχύ κομμάτι της πόλης, αλλά εδώ υπάρχουν διαμαντάκια, μικρές επιχειρήσεις που χρειάζονται την υποστήριξή μας», λέει ο Κωνσταντίνος, κάνοντας μια σύντομη εισαγωγή πριν ξεκινήσουμε το περπάτημα στη Σωκράτους που, παρ’ όλη τη ζέστη, είναι εκείνη την ώρα ζωηρή. «Οι επισκέπτες θέλουν να δοκιμάσουν το κανονικό φαγητό της πόλης», μου λέει.

Για σουβλάκι στον Λευτέρη τον Πολίτη.

«Όλα αυτά τα χρόνια βλέπω ανθρώπους που ενδιαφέρονται όλο και περισσότερο για το ελληνικό φαγητό. Ξέρουν πια ότι ελληνική κουζίνα δεν είναι το “opa cheese”, το σαγανάκι φλαμπέ που σέρβιραν τα ελληνικά εστιατόρια του εξωτερικού παίζοντας zorba the greek και σπάζοντας πιάτα. Για πολλούς είναι ελκυστικός ο υγιεινός χαρακτήρας της διατροφής μας. Ενδιαφέρονται πολύ και με ρωτάνε για το γιαούρτι, για το ελαιόλαδο. Κάποιοι μάλιστα ακόμα και στα σπίτια τους μαγειρεύουν μόνο με ελαιόλαδο. Οι δε χορτοφάγοι και οι βίγκαν ενθουσιάζονται. Τρώγοντας τα γεμιστά, τη φάβα, δεν νιώθουν ότι έχασαν τίποτα στο τέλος της ημέρας. Αυτό πάντως που τους εντυπωσιάζει περισσότερο είναι αυτό που μου αρέσει να αποκαλώ “η πολυτέλεια της απλότητας”. Ότι ένα πιάτο με 5-6 υλικά μπορεί να είναι τόσο νόστιμο. Και το γεγονός ότι το φαγητό που μπορεί να τους είναι γνώριμο και να το έχουν δοκιμάσει και αλλού εδώ έχει τελείως διαφορετική γεύση», εξηγεί. Στο λιτό και δροσερό λουκουματζίδικο του Κτιστάκη έχουμε καθίσει και απολαμβάνουμε μια τονωτική δόση ζάχαρης όσο ο ήλιος βρίσκεται στην κορύφωσή του. Η Γκουέν παραγγέλνει ένα πακέτο για το σπίτι. Θα ταξιδέψει μαζί με το ελαιόλαδο, το μέλι και τη ρίγανη, πίσω στην Καλιφόρνια, μαζί της.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣΟι καφενέδες της Καλλιθέας: Απλοί και τίμιοι μεζέδες, μαγειρευτά ημέρας και αυθεντικό χαμόγελοΟι καφενέδες της Καλλιθέας: Απλοί και τίμιοι μεζέδες, μαγειρευτά ημέρας και αυθεντικό χαμόγελο

Το άρθρο πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Κ», τεύχος 1104.

Βραβεία Ποιότητας

Δες ανά κατηγορία τα βραβεία των προηγούμενων ετών
MHT